αστρολογία

αστρολογία
η астрология

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "αστρολογία" в других словарях:

  • ἀστρολογία — ἀστρολογίᾱ , ἀστρολογία astronomy fem nom/voc/acc dual ἀστρολογίᾱ , ἀστρολογία astronomy fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστρολογίᾳ — ἀστρολογίαι , ἀστρολογία astronomy fem nom/voc pl ἀστρολογίᾱͅ , ἀστρολογία astronomy fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αστρολογία — Παρατήρηση των άστρων για την πρόβλεψη του μέλλοντος, σύμφωνα με την πίστη ότι αυτά το καθορίζουν. Η α. γεννήθηκε στη Μεσοποταμία τη 2η χιλιετία π.Χ. ως θρησκευτική τέχνη, ένας τρόπος να έρθει κανείς σε επαφή με τους θεούς που ταυτίζονται με τα… …   Dictionary of Greek

  • αστρολογία — η επιστήμη που μαντεύει τα μελλοντικά με την παρατήρηση των άστρων: Η αστρολογία βοήθησε στην ανάπτυξη της αστρονομίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀστρολογίας — ἀστρολογίᾱς , ἀστρολογία astronomy fem acc pl ἀστρολογίᾱς , ἀστρολογία astronomy fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστρολογίαν — ἀστρολογίᾱν , ἀστρολογία astronomy fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστρολογίαις — ἀστρολογία astronomy fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστρολογίην — ἀστρολογία astronomy fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστρολογίης — ἀστρολογία astronomy fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστρολογίῃ — ἀστρολογία astronomy fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μάγος — Στην αρχαιότητα, το μέλος μιας μηδικής φυλής με βαθιά γνώση της θρησκείας, που επιδιδόταν σε αστρολογικές και μαντικές τεχνικές και χαρακτηριζόταν για τις επιστημονικές του γνώσεις· επίσης, ο ιερέας και σοφός των αρχαίων Περσών που ασχολείτο με… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»